εξάν

εξάν
ἐξᾱν (Α)
δωρ. τ. αντί τού έξῆς* σε επιγραφές.
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. εξής].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • εξής — (AM ἑξῆς, Α επικ. τ. ἑξείης, δωρ. τ. ἑξᾱν) 1. με τη σειρά, στη συνέχεια («ἑξῆς εὐνάζοντο παρὰ ῥηγμῑνι θαλάσσης», Ομ. Οδ.) 2. (με άρθρο) ὁ, ἡ, τὸ ἑξῆς ο επόμενος («έκανα την εξής σκέψη») 3. φρ. «στο (εις το) εξής» στο μέλλον νεοελλ. φρ. «ούτω καθ… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”